Koυρκουμίνη: Αντιοξειδωτικές, αντικαρκινικές και θεραπευτικές ιδιότητες©

Υπό του Δρ. Δημητρίου Ν. Γκέλη - MD, ORL, DDS, PhD, Medical Life Coach, Αικατερίνης Γκέλη - MD Ιατρός Ακτινολόγος

Curcugkel: Μπορείτε να αγοράσετε το προϊόν, online, μέσω της ιστοσελίδας pharmagel.gr ακολουθώντας τον παρακάτω σύνδεσμο:

Αγορά Curcugkel




H κουρκουμίνη (Curcumin) ή διφερουλοϋλμεθάνιο (diferuloylmethane) είναι φυσική χρωστική και αρωματική ουσία (πολυφαινολική ένωση),  στην οποία οφείλει το χρώμα του ο κουρκουμάς.

 Η κουρκουμίνη απομονώνεται με εκχύλιση από τις ρίζες και τους μίσχους του τροπικού φυτού Κουρκούμη η μακρά ή Κουρκουμάς (Curcuma longa, Γαλλικά Safran, Αγγλικά Τurmeric).

Η κουρκουμίνη [curcumin] είναι μια κρυσταλλική πορτοκαλοκίτρινη σκόνη, η οποία όταν περιέχεται σε κάποιο τρόφιμο αναφέρεται με τον κωδικό της Ε100i.

Ο κουρκουμάς ή κουρκούμη [turmeric] είναι το ακατέργαστο απόσταγμα των ριζών και των μίσχων του ίδιου φυτού και όταν περιέχεται σε κάποιο τρόφιμο αναφέρεται με τον κωδικό Ε100ii. Ο κουρκουμάς έχει ως κύριο συστατικό του την κουρκουμίνη.

Η κουρκουμίνη χρησιμοποιείται ως φυσική χρωστική ουσία στη διατροφολογία, προσδίδοντας στα τρόφιμα από κίτρινο έως κόκκινο χρώμα, ανάλογα με την οξύτητα του τροφίμου (pH).

Η κουρκουμίνη αποτελεί ένα από τα συστατικά του ινδικού αρτύματος κάρυ (Αγγλ. Curry, Γαλλ. Curry, Cari), του οποίου το κίτρινο χρώμα οφείλεται σ'αυτήν και χρησιμοποιείται ευρύτατα ως αρτυματική και χρωστική ουσία στην Ινδική,  Ασιατική και Δυτική μαγειρική.

Η κουρκουμική ελαιορητίνη ή ελαιορρητίνη του κουρκουμά (Turmeric oleoresin) είναι το οργανικό εκχύλισμα του κουρκουμά [1].
To κάρυ εκτός από την κουρκουμίνη ή τον κουρκουμά περιέχει και καρδάμωμο, κορίανδρο, κάρο και άλλα μπαχαρικά.

Η κουρκουμίνη είναι λιποδιαλυτή ουσία και δυσδιάλυτη στο νερό γιαυτό και είναι δυσαπορρόφητη από το έντερο. Το ανώτατο όριο καθημερινής λήψης από το στόμα για την κουρκουμίνη είναι μέχρι 1mg ανά κιλό σωματικού βάρους, ενώ για τον κουρκουμά είναι μέχρι 0.3 mg / kg σώματος.

Για περισσότερα από 4000 χρόνια  ο κουρκουμάς και η κουρκουμίνη έχουν χρησιμοποιηθεί από την Ασιατική και την Αφρικανική ιατρική για τη θεραπεία ποικίλων παθολογικών καταστάσεων (ρευματισμοί, σωματικοί πόνοι, δερματοπάθειες, εντεροσκώληκες, διάρροια, διαλλείποντες πυρετοι, ηπατικές διαταραχές, δυσπεψία, ουρολοιμώξεις, φλεγμονές, δυσκοιλιότητα, λευκοδερμία, αμμηνόρροια, κολικοί κλπ) [6].

Η κουρκουμίνη δεν είναι τοξική για τους ανθρώπους, όταν λαμβάνεται σε μεγάλες δόσεις από το στόμα. Πρόκειται για ένα πολύπλοκο χημικό μόριο με πολλαπλούς βιολογικούς στόχους και διάφορα κυτταρικά αποτελέσματα. Σύμφωνα με εκτεταμένες έρευνες η κουρκουμίνη διαθέτει αντιοξειδωτικές, αντιφλεγμονώδεις, νευροπροστατευτικές, αντικαρκινικές [2],  χημειοθεραπευτικές και άλλες ιδιότητες [4].

Λόγω της ευρείας χρήσης της κουρκουμίνης, του κουρκουμά και της κουρκουμικής ελαιορητίνης το Εθνικό Ινστιτούτο και η Διεύθυνση Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ ερεύνησε την τοξικότητα και καρκινογονικότητα αυτών των ουσιών.

Οι τοξικολογικές και καρκινογονικές έρευνες έγιναν, χρησιμοποιώντας την κουρκουμική ελαιορητίνη σε ομάδες επιμύων (ποντικών) επί 13 εβδομάδες μέχρι δύο έτη. Μετά από δύο έτη χορήγησης στους επίμυες κουρκουμικής ελαιορητίνης σε ποσότητες 2,000, 10,000, or 50,000 ppm δεν προέκυψε ένδειξη καρκινογονικής δράσης στους άρρενες επίμυες. 

Παρατηρήθηκε αμφίβολη ένδειξη καρκινογονικής δραστηριότητας της κουρκουμικής ελαιορητίνης στους αρσενικούς επίμυες, βάσει μιας κακοήθειας (ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα) στη δόση των 10.000 ppm και την πρόκληση καρκινώματος του λεπτού εντέρου στις ομάδες επιμύων, που πήραν 2,000 και 10,000 ppm.

Παρατηρήθηκε αμφίβολη ένδειξη καρκινογονικής δραστηριότητας της κουρκουμικής ελαιορητίνης στα θηλικά ζώα επίμυες βάσει της αυξημένης συχνότητας ηπατοκυταρικού αδενώματος στην ομάδα που πήρε 10.000 ppm.

Η λήψη κουρκουμικής ελαιορητίνης σχετίστηκε επίσης με αυξημένη συχνότητα ελκών, υπερπλασίας και φλεγμονής του προστόμαχου και του παχέος εντέρου των αρρένων επιμύων και του ορθού των θηλυκών επιμύων.
Στις θηλυκές επίμυες  το διαιτολόγιο που περιείχε κουρκουμική ελαιορητίνη σχετίστηκε με αυξημένη συχνότητα θυλακιώδους υπερπλασίας του θυρεοειδούς αδένα [2].

Μέχρι σήμερα δεν έχει ανακοινωθεί οποιαδήποτε βλαπτική δράση του κουρκουμά ή της κουρκουμίνης σε ανθρώπους, ακόμη και όταν χορηγείται κουρκουμίνη από το στόμα, σε δόση 8-12 γραμμαρίων ημερησίως επί 3 μήνες.

Πλειοτροπικές δραστηριότητες της κουρκουμίνης

Οι πλειοτροπικές δραστηριότητες της κουρκουμίνης προέρχονται από την πολυπλοκη χημική δομή της και την ικανότητά της να επηρεάζει πολλαπλές σηματοδοτικές οδούς, που περιλαμβάνουν τις οδούς επιβίωσης, όπως αυτές που ρυθμίζονται από τον NF-kappaB, Akt και παράγοντες ανάπτυξης, κυτταροπροστατευτικές οδους που εξαρτώνται από από τον Nrf2 και τις μεταστατικές και αγγειογενετικές οδούς.

Η κουρκουμίνη είναι μια καθαριστική ουσία των ελεύθερων ριζών και δότης υδρογόνου, ενώ ασκεί προ- και αντιοξειδωτική δραστηριότητα. Συνδέεται με μεταλλικά ιχνοστοιχεία, ιδιαίτερα το σίδηρο και τον χαλκό και μπορεί να δράσει ως χηλοποιητής του σιδήρου (χημική ουσία που δεσμεύει σίδηρο).

Η κουρκουμίνη είναι αξιοσημείωτα μη τοξική και παρά την περιορισμένη βιοδιαθεσιμότητα, που διαθέτει, δοκιμάζεται ως θεραπευτικός παράγοντας για ποικίλες καταστάσεις, όπως το πολλαπλούν μυέλωμα, ο καρκίνος του παγκρέατος, και του προστάτη, τα μυελοδυσπλαστικά σύνδρομα, ο καρκίνος του παχέος εντέρου, η ψωρίαση και η νόσος του Alzheimer, κλπ [4].

Οι αντικαρκινικές ιδιότητες της κουρκουμίνης

Σε έναν αυξανόμενο αριθμό ερευνών σε εργαστήρια και πειραματόζωα περιγράφεται ότι, η κουρκουμίνη, επιδεικνύει δυνατότητες πρόληψης και θεραπείας του καρκίνου.

Τα προκλινικά αποτελέσματα έχουν δείξει ότι η κουρκουμίνη μπορεί να παρεμποδίσει το σχηματισμό όγκων σε μοντέλα πειραματοζώων καρκινογένεσης και δρα σε ποικίλους μοριακούς στόχους, που συμμετέχουν στην ανάπτυξη του καρκίνου.

Στις εργαστηριακές έρευνες (in vitro) έχει επιδειχτεί ότι η κουρκουμίνη είναι ένας αποτελεσματικός δημιουργός απόπτωσης (προγραμματισμένος θάνατος κυττάρων) και έχει παρατηρηθεί κάποιου βαθμού εκλεκτικότητα για τα καρκινικά κύτταρα.

Οι κλινικές μελέτες έχουν αποκαλύψει ότι η κουρκουμίνη ήταν ανεκτή και μπορεί να προκαλέσει αντιογκωτικά αποτελέσματα σε άτομα με προκαρκινικές βλάβες ή βρίσκονται σε υψηλό κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο.

Μελέτες τόσο in vitro, όσο και in vivo έχουν δείξει εν τούτοις ότι η κουρκουμίνη μπορεί ή να παράγει τοξικά και καρκινογονικά αποτελέσματα κάτω από ειδικές συνθήκες. H κουρκουμίνη μπορεί επίσης να τροποποιήσει θετικά την αποτελεσματικότητα των ακτινοθεραπειών και των χημειοθεραπειών [5].

Εκτεταμένες έρευνες των τελευταίων πενήντα ετών έχουν αποκαλύψει διάφορες σημαντικές λειτουργίες της κουρκουμίνης. Η κουρκουμίνη συνδέεται με μια ποικιλία πρωτεϊνών και έτσι ανακόπτει τη δράση ποικίλων κινασών.

Τροποποιώντας τη δραστηριότητα ποικίλων παραγόντων μεταγραφής ή μεταγωγής  η κουρκουμίνη ρυθμίζει την έκφραση των ενζύμων της φλεγμονής,των κυτταροκινών, των μορίων προσκόλλησης και των πρωτεϊνών επίβίωσης κυττάρων.

Η κουρκουμίνη επίσης μειώνει τη δραστηριότητα της  κυκλίνης D1 , κυκλίνης Ε,   MDM2 και ρυθμίζει ενισχυτικά την p21, p27 και p53.

Ποικίλες προκλινικές κυτταρικές καλλιέργειες και μελέτες επί ζώων δείχνουν ότι η κουρκουμίνη έχει δυνατότητα δράσης ως αντιπολλαπλασιαστικός, αντιδιηθητικός, αντιαγγειγενετικός παράγοντας και ως μεσολαβητής στη χημειοαντίσταση και ακτινοαντίσταση.

Χημειοπροληπτική και θεραπευτική δράση της κουρκουμίνης

Η κουρκουμίνη δρά επίσης ως χημειοπροληπτικός παράγοντας και ως θεραπευτικός παράγοντας στην επούλωση των τραυμάτων, το διαβήτη, νόσο του Alzheimer, νόσο του Parkinson, καρδιαγγειακή νόσο, πνευμονοπάθεια και αρθρίτιδα.

Οι κλινικές μελέτες Φάσης Ι έχουν δείξει ότι η κουρκουμίνη είναι ασφαλής, ακόμη και όταν λαμβάνεται σε δόση 12 γραμαρίων ημερησίως,  επί 3 μήνες.

Άλλες κλινικές μελέτες έχουν επιδείξει ένα δυνητικό θεραπευτικό ρόλο της κουρκουμίνης σε νόσους, όπως οικογενής αδενωματώδης πολύποδίαση, φλεγμονώδης εντερική νόσος, ελκώδης κολίτις, καρκίνος του παχέος εντέρου, καρκίνος του παγκρέατος, καρκίνος του προστάτη, υπερχοληστεριναιμία, αθηρωματοσκλήρυνση, παγκρεατίτιδα, ψωρίαση, χρονία προσθία ραγοειδίτιδα και αρθρίτιδα. [7].

Η κουρκουμίνη μόνη ή σε συνδυασμό με την ανοσοθεραπεία TRAIL (TRAIL-mediated immunotherapy) ή ακτινοθεραπεία αναφέρεται ότι είναι ένας καλός παράγοντας πρόκλησης θανάτου των καρκινικών κυττάρων του προστάτη με το μηχανισμό της απόπτωσης.

Φαίνεται ότι η χορήγηση κουρκουμίνης είναι μια μη τοξική εναλλακτική θεραπεία της πρόληψης, της θεραπείας ή της συνθεραπείας και με άλλα φάρμακα του καρκίνου του προστάτη[8].

Σύμφωνα με τις υπάρχουσες αναφορές η κουρκουμίνη σε συνδυασμό με τη χημειοθεραπεία αποτελεί υψηλή στρατηγική για τη θεραπεία του γαστρεντερικού καρκίνου [9].

Η τρανς-ρεσβερατρόλη και η κουρκουμίνη δρουν ως ανταγωνιστές/ανάστροφοι αγωνιστές στους CΒ1 υποδοχείς (υποδοχείς κανναβινοειδούς), όταν χορηγούνται σε σχετικές συγκεντρώσεις της διατροφής.

Ως εκ τούτου αυτές οι πολυφαινόλες και τα παράγωγά τους θα μπορούσαν να αναπτυχθούν ως νέα μη τοξικά CB1 θεραπευτικά μέσα για την παχυσαρκία και ή τις εξαρτήσεις από ναρκωτικά [10].

Πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι η κουρκουμίνη ανακουφίζει την πολλαπλή σκλήρυνση, ρευματοειδή αρθρίτιδα, ψωρίαση και η φλεγμονώδης νόσος του εντέρου σε ανθρώπους και πειραματόζωα.

Η κουρκουμίνη ανακόπτει αυτές τις αυτοάνοσες νόσους ρυθμίζοντας τις φλεγμονώδεις κυτταροκίνες των σηματοδοτικών οδών, όπως η IL-1βήτα, IL-6, IL-12, TNF-άλφα και IFN-γάμμα και η σχετιζόμενη JAK-STAT, AP-1 και NF-κάππα B.

Αν και τα επωφελή αποτελέσματα των τροφών στην υγεία επιτυγχάνονται παραδοσιακά με την κατανάλωση μικρών ποσοτήτων τους για μακρές χρονικές περιόδους, εν τούτοις η χρησιμοποίηση των κεκαθαρμένων μορφών τους, όπως η κουρκουμίνη σε υψηλότερες δόσεις, για θεραπευτικούς σκοπούς χρειάζεται εξαιρετική προσοχή.

Απαιτείται να γίνει γνωστός ο ακριβής μηχανισμός δράσης της κουρκουμίνης σε κάθε πάθηση, που αποφασίζεται η χορήγησή της, ο καθορισμός της αποτελεσματικής δόσης και το ασφαλές δοσολογικό σχήμα της θεραπείας των αυτοάνοσων ή άλλων  νόσων με κουρκουμίνη[11].

Oι χρόνιες και πολύπλοκες αυτοάνοσες νόσοι, οι οποίες προς το παρόν θεραπεύονται ανακουφιστικά με ανοσοκατασταλτικά χρειάζονται θεραπεία πολλαπλών στόχων για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα.

Η φυσική πολυφαινόλη κουρκουμίνη έχει αναδειχθεί ισχυρό φαρμακοτρόφιμο (nutraceutical) που αλληλεπιδρά σε πολλαπλούς στόχους και υποστρέφει τις αυτοάνοσες νόσους ασφαλώς και με ασήμαντο κόστος.

Η χορήγηση μέχρι 8 g/ ημερησίως κουρκουμίνης επί 18 μήνες υπήρξε μη τοξική σε ανθρώπους [12].


Όμως η χρησιμοποίηση της κουρκουμίνης έχει φυσικούς περιορισμούς, διότι δεν είναι υδατοδιαλυτή. Το εμπόδιο αυτό φαίνεται ότι ξεπερνιέται, αν η κουρκουμίνη θερμανθεί, αν ληφθεί ταυτόχρονα με άλλες συνοδές ουσίες (π.χ. πιπερίνη) ή με τη δημιουργία ευαπορρόφητων μορφών της, όπως η μικκυλιακή κουρκουμίνη (NovaSOL® Curcumin).

Ο Kourien BT και οι συνεργάτες του (2010) στο Arthritis and Immunology Program, Oklahoma Medical Research Foundation, Oklahoma City, OK, USA. Επέδειξαν ότι η διαλυτότητα της κουρκουμίνης μπορεί να αυξηθεί 12 φορές, αν υποστεί επεξεργασία με θερμότητα και ότι η διαλυμένη με θερμότητα κουρκουμίνη συνδέεται με πρωτεΐνες.

Τούτο αποδείχτηκε με τη μέθοδο ηλεκτροφόρησης σε πηκτή πολυακρυλαμίδης με δωδεκυλοθειικό νάτριο SDS-PAGE, sodium dodecyl sulfate polyacrylamide gel electrophoresis] και συντονισμό πλασμονίων επιφάνειας [surface plasmon resonance].

Βάσει αυτής της σύνδεσης οι ίδιοι ερευνητές επέδειξαν ότι η διαλυμένη με θερμότητα κουρκουμίνη ή ο κουρκουμάς θα μπορούσαν να προλάβουν τη στόχευση των συγγενών αυτοαντιγόνων (cognate autoantigens) από αυτοαντισώματα.

Βρέθηκε επίσης ότι η διαλυμένη με θερμότητα κουρκουμίνη/ κουρκουμάς ελάττωσε σημαντικά τη σύνδεση των αυτοαντισωμάτων από ασθενείς με το σύνδρομο Sjögren (μέχρι 43/70%, αντιστοίχως) και ασθενείς με συστηματικό ερυθηματώδη λύκο (μέχρι 52/70%, αντιστοίχως).

Επίσης σε πειραματόζωα με σύνδρομο Sjögren  ελάττωσε σημαντικά τη σύνδεση των αυτοαντισωμάτων προς τα συγγενή τους αντιγόνα (μέχρι 50/60%, αντιστοίχως). Παρά τούτο, η ανακοπή δεν ήταν ειδική προς την αυτοανοσία.

Έτσι οι ερευνητές υποστήριξαν ότι, η πολύπλευρη θερμοδιαλυτή κουρκουμίνη μπορεί να βελτιώσει τις αυτοάνοσες διαταραχές. Επιπρόσθετα, η μη τοξική κουρκουμίνη θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως μια νέα πρωτεϊνική χρωστική στην SDS-PAGE, έστω κι αν ακόμη είναι λιγότερο ευαίσθητη από το σύστημα της χρώσης Coomassie, που περιέχει τοξικά χημικά [12].

H κουρκουμίνη είναι ισχυρός αναστολέας της αύξησης του καρκίνου του οισοφάγου, δρώντας κατά του πρωτεϊνικού συμπλέγματος Notch-1 της γ-σεκρετάσης.[13].

Η κουρκουμίνη και η γαλλική επιγαλλοκατεχίνη [curcumin and epigallocatechin gallate (EGCG)], ασκούν αντικαρκινική δράση κατά του λειομυοσαρκώματος της μήτρας. Η EGCG ελαττώνει σημαντικά τη συγκέντρωση της κουρκουμίνης που χρειάζεται για για την οδό AKT-mTOR, περιορίζει τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό και προκαλεί απόπτωση στα κύτταρα του λειομυοσαρκώματος της μήτρας, ενισχύοντας την ενδοκυτταρική ενσωμάτωση της κουρκουμίνης. Αυτή όμως η διαδικασία είναι ανεξάρτητη από το αντίσωμα 67LR [14].

Η κουρκουμίνη τροποποιεί πολλαπλούς μοριακούς στόχους και αναστρέφει την αντίσταση στην ινσουλίνη καθώς και άλλα συμπτώματα που σχετίζονται με τους καρκίνους από παχυσαρκία.

Γιαυτό το λόγο θεωρείται θεραπευτικής αξίας για τη θεραπεία και πρόληψη των καρκίνων που σχετίζονται με την παχυσαρκία, όπως ο ορθοκολικός καρκίνος [17], καρκίνος του ενδομητρίου, του νεφρού, του οισοφάγου, της ουροδόχου κύστεως, του μελανώματος, του πολλαπλού μυελώματος, της λευχαιμίας, τουλεμφώματος και του καρκίνου του προστάτη [15].

Ο Bowden RG, και οι συνεργάτες σε μελέτη τους επέδειξαν ότι ή ήπια και μέτρια χρόνια νεφροπάθεια σχετίζεται με χρόνια φλεγμονή και χαμηλή αντιοξειδωτική δραστηριότητα.

Η συστηματική φλεγμονή και η διαταραγμένη αντιοξειδωτική κατάσταση ενός νεφροπαθούς μπορεί να είναι μεγαλύτερη στα άτομα με χρόνια νεφροπάθεια και από κάποια άλλη νόσο, ταυτόχρονα.

Η κουρκουμίνη και η Μποσβέλια (Boswellia serrata) είναι ασφαλείς και ανεκτές και βοηθούν στη βελτίωση των επιπέδων μιας φλεγμονώδους κυτταροκίνης των χρονίων νεφροπαθών [16].

Όλες οι ευεργετικές ιδιότητες της κουρκουμίνης στην υγεία περιορίζονται εξαιτίας της πτωχής απορροφητικότητας και βιοδιαθεσιμότητας, όταν λαμβάνεται από το στόμα. Το πρόβλημα αυτό φαίνεται ότι ξεπεράστηκε με τη δημιουργία ευαπορρόφητων μορφών μουρκουμίνης.

Η βιοδιαθεσιμότητα της φυσικής σκόνης κουρκουμίνης περιορίζεται εξ αιτίας της πτωχής της διαλυτότητας που επιδεικνύει, κατά την υδατική φάση της πέψης και από το γεγονός ότι το σώμα μεταβολίζει και απεκκρίνει γρήγορα την κουρκουμίνη.

Μέχρι σήμερα η πιοευαπορρόφητη και βιοδιαθέσιμη μορφή κουρκουμίνης είναι η υγροποιημένη μικκυλιακή κουρκουμίνη ΝοvaSOL®Curcumi,  η οποία έχει 185 φορές ή 18.500% μεγαλύτερη βιοδιαθεσιμότητα από την απλή σκόνη φυσικής κουρκουμίνης [18].

Η παρασκευή καψουλών μικκυλιοποιημένης υγρής κουρκουμίνης με την τεχνική NovaSOL® Curcuminπου κυκλοφορεί στην Ελλάδα με την εμπορική ονομασία Curcugkel έλυσε αυτό το πρόβλημα της ανάγκης λήψης μεγάλων δόσεων φυσικής κουρκουμίνης (8-12 γραμμάρια ημερησίως) προκειμένου η κουρκουμίνη να επιδείξει τα ευεργετικά αποτελέσματά της για την υγεία.

Κάθε κάψουλα Curcugkel περιέχει 670mg NovaSOL® Curcumin,  που αντιστοιχεί σε 36 mg καθαρής κουρκουμίνης ή  8 γραμμάρια φυσικής σκόνης κουρκουμίνης.

 Η δοσολογία της Curcugkel είναι μία κάψουλα ημερησίως μετά το φαγητό ή ανάλογα με την περίπτωση τη δόση την καθορίζει ο θεράπων ιατρός.  Χορηγείται στους υγείς ενήλικους για λόγους προληπτικής ιατρικής μια κάψουλα ημερησίως, επί τρείς μήνες. Οι ασθενείς με διάφορες ασθένειες μπορεί να ενισχύσουν τις θεραπείες τους, παίρνοντας κουρκουμίνη συμβουλευόμενοι πάντοτε τον θεράποντα γιατρό τους.

 

 

Βιβλιογραφική τεκμηρίωση

1. Singh G, Kapoor IP, Singh P, de Heluani CS, de Lampasona MP, Catalan CA. Comparative study of chemical composition and antioxidant activity of fresh and dry rhizomes of turmeric (Curcuma longa Linn.). Food Chem Toxicol. 2010 Jan 21.

2. Hatcher H, Planalp R, Cho J, Torti FM, Torti SV. Curcumin: from ancient medicine to current clinical trials. Cell Mol Life Sci. 2008 Jun;65(11):1631-52.

3. National Toxicology Program. NTP Toxicology and Carcinogenesis Studies of Turmeric Oleoresin (CAS No. 8024-37-1) (Major Component 79%-85% Curcumin, CAS No. 458-37-7) in F344/N Rats and B6C3F1 Mice (Feed Studies). Natl Toxicol Program Tech Rep Ser. 1993 Aug;427:1-275.

4. Epstein J, Sanderson IR, Macdonald TT. Curcumin as a therapeutic agent: the evidence from in vitro, animal and human studies. Br J Nutr. 2010 Jan 26:1-13.

5. López-Lázaro M. Anticancer and carcinogenic properties of curcumin: considerations for its clinical development as a cancer chemopreventive and chemotherapeutic agent. Mol Nutr Food Res. 2008 Jun;52 Suppl 1:S103-27.

6. Pari L, Tewas D, Eckel J. Role of curcumin in health and disease. Arch Physiol Biochem. 2008 Apr;114(2):127-49.

7. Goel A, Kunnumakkara AB, Aggarwal BB. Curcumin as "Curecumin": from kitchen to clinic. Biochem Pharmacol. 2008 Feb 15;75(4):787-809. Epub 2007.

8. Teiten MH, Gaascht F, Eifes S, Dicato M, Diederich M. Chemopreventive potential of curcumin in prostate cancer. Genes Nutr. 2009 Oct 6.

9. Patel BB, Majumdar AP. Synergistic role of curcumin with current therapeutics in colorectal cancer: minireview. Nutr Cancer. 2009 Nov;61(6):842-6.

10. Seely KA, Levi MS, Prather PL. The dietary polyphenols trans-resveratrol and curcumin selectively bind human CB1 cannabinoid receptors with nanomolar affinities and function as antagonists/inverse agonists. J Pharmacol Exp Ther. 2009 Jul;330(1):31-9. Epub 2009 Apr 9.

11. Bright JJ. Curcumin and autoimmune disease. Adv Exp Med Biol. 2007;595:425-51.

12. Kurien BT, D'Souza A, Scofield RH. Heat-solubilized curry spice curcumin inhibits antibody-antigen interaction in in vitro studies: A possible therapy to alleviate autoimmune disorders. Mol Nutr Food Res. 2010 Feb 9.

13. Subramaniam D, Ponnurangam S, Ramamoorthy P, Standing D, Battafarano RJ, Anant S, Sharma P. Curcumin Induces Cell Death in Esophageal Cancer Cells through Modulating Notch Signaling. . PLoS One. 2012;7(2):e30590. Epub 2012 Feb 17.

14. Kondo A, Takeda T, Li B, Tsuiji K, Kitamura M, Wong TF, Yaegashi N. Epigallocatechin-3-gallate potentiates curcumin's ability to suppress uterine leiomyosarcoma cell growth and induce apoptosis. . Int J Clin Oncol. 2012 Feb 15.

15. Shehzad A, Khan S, Sup Lee Y. Curcumin molecular targets in obesity and obesity-related cancers. Future Oncol. 2012 Feb;8(2):179-90.

16. Bowden RG, J Moreillon J, Deike E, Griggs J, Wilson R, Shelmadine B, Cooke M, Beaujean A. The use of an anti-inflammatory supplement in patients with chronic kidney disease. J Complement Integr Med. 2013 Jul 1;10(1):1-10. 

17. Shehzad A1, Khan S, Shehzad O, Lee YS. Curcumin therapeutic promises and bioavailability in colorectal cancer. Drugs Today (Barc). 2010 Jul;46(7):523-32.

18. Schiborr C, Kocher A, Behnam D, Jandasek J, Toelstede S, Frank J. The oral bioavailability of curcumin from micronized powder and liquid micelles is significantly increased in healthy humans and differs between sexes. Mol Nutr Food Res. 2014 Mar;58(3):516-27. doi: 10.1002/mnfr.201300724. Epub 2014 Jan 9.


Τα αναγραφόμενα στο παραπάνω άρθρο είναι  επιστημονική ενημέρωση των ιατρών και των λοιπών επιστημόνων υγείας και δεν αποτελούν μέσα διάγνωσης ή αντιμετώπισης ή πρόληψης ασθενειών, ούτε αποτελούν ιατρική συμβουλή για ασθενείς. Την ευθύνη της διάγνωσης, θεραπείας και πρόληψης των ασθενειών τις έχει μόνον ο θεράπων ιατρός του κάθε ασθενούς, αφού πρώτα κάνει προσεκτικά ακριβή διάγνωση. Γιαυτό συνιστάται η αποφυγή της αυθαίρετης εφαρμογής ιατρικών πληροφοριών από μη ιατρούς. Τα συμπληρώματα διατροφής δεν είναι φάρμακα, αλλά χορηγούνται συμπληρωματικά με τις αποδεκτές υπό της ιατρικής επιστήμης θεραπείες ή θεραπευτικές τεχνικές και μεθόδους, υπό ιατρική καθοδήγηση,  παρακολούθηση και ευθύνη.



Δήλωση: Η ιστοσελίδα www.curcumin.gr έχει βασιστεί στις ιατρικές γνώσεις και απόψεις του  Δρ Δημητρίου Ν. Γκέλη, οι οποίες είναι πάντοτε βιβλιογραφικά τεκμηριωμένες. Κάθε πληροφορία της ιστοσελίδας www.curcumin.gr δεν μπορεί να υποκαταστήσει την προσωπική σχέση οποιουδήποτε με το γιατρό του, ούτε αποτελεί ιατρική συμβουλή. Σκοπός του Δρ Γκέλη με την ιστοσελίδα www.curcumin.gr είναι να μοιραστεί τις γνώσεις και ιατρικές εμπειρίες του με όλους όσους επιθυμούν να διευρύνουν την ιατρική τους πληροφόρηση και να ενημερωθούν για θέματα διατήρησης της υγείας, του καλώς έχειν και προληπτικής ιατρικής.



Το παρόν άρθρο προστατεύεται από το Νόμο 2121/1993 και 4481/2017 για την πνευματική ιδιοκτησία. Η ολική ή μερική αντιγραφή του παρόντος επιστημονικού άρθρου χωρίς τη γραπτή έγκριση του Δρ Δημητρίου Ν. Γκέλη θεωρείται κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και διώκεται βάσει της νομοθεσίας.












  Ο συγγραφέας του παραπάνω άρθρου, Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης, δημιουργός του curcumin.gr, σας ευχαριστεί που αφιερώσατε τον πολύτιμο χρόνο σας, για να διαβάσετε το παρόν άρθρο. Αν θα θέλατε να λαμβάνετε την ΙΑΤΡΙΚΗ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ του Δρ Δ.Ν.Γκέλη μπορείτε να εγγραφείτε στα ενημερωτικά μας email στέλνωντας μας τη διεύθυνση του ηλεκτρονικού σας ταχυδρομειου, μέσω της παρακάτω φόρμας.